- μονοκομματικές
- η , ό однопартийный;
μονοκομματικέςό σύστημα — однопартийная система
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μονοκομματικέςό σύστημα — однопартийная система
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.